τζούρες μετουσίωσης

Στο ξέφωτο μιας άρνησης
στον λιγοστό αέρα μες στα πνευμόνια
μιλώντας σε ίσκιους μέσα από την υγρασία των ματιών
ένα ζευγάρι χέρια, παγωμένοι τοίχοι
κρατώντας απόσταση από τον εαυτό μου βάζω ένα ψίθυρο μες στα στριφτά
Πάμε βόλτα σε κανένα γκρεμό, μυρίζει κυκλάμινα και γιασεμιά  
πήρα τζούρα από το κενό, από τον εαυτό μου, ακόμα εισπνέω
ό,τι αγαπάμε το αναπνέουμε, μου σώπασα την σκέψη
Γράφω λέξεις που θέλω να θυμάμαι, στα μανίκια
στα φούτερ, στο σημείο του καρπού
Nα ταξιδέψουν μέσα στο αίμα, ξαναβρίσκοντας  τις έννοιες
Με τζούρες μετουσίωσης ψελίζω ένα ρεφραίν
δαγκώνω τα χείλη, για όσα είπαν, για όσα σώπασαν
Φυγαδεύουν οι άνθρωποι τον εαυτό τους στην ίδια τους της απουσία
Με βάζω απέναντι να μου κλέψω ανάσες
σκέφτομαι πάλι δυνατά, τρομάζω
Λυγίζω τα γόνατα κοντά στο στέρνο, να ακουμπήσω τον χτύπο μου
Την επόμενη φορά που θα σκοτώσουμε ο ένας τον άλλον, να φοράμε στις λέξεις σιγαστήρες
με τύλιξε ένας λυγμός, κρυώνω
Η ανάγκη μιας άμυνας, να με ξεχάσω να μη με θυμηθώ
δε θα κοιμηθούμε απόψε
Να κλειδωθούμε μέσα σε μια στιγμή επινοώντας τους εαυτούς μας
"Ό,τι σκοτώνεις είναι δικό σου για πάντα''
Εκπνέω 

Επισκέψεις

Αναγνώστες