Reynolds (Re)

απροσδιόριστη αρχή το λυκαυγές της ψυχής σου που σου γεμίζει
αφετηρίες και ξεψυχά στα τέλματα. Αντανακλαστικό που σου κλωτσάει 
ή σου χαιδεύει τις σκέψεις... Σάρκα από ελπίδες για όλα εκείνα 
που θες να δώσεις πνοή από μέσα σου. 
Παραμιλητό στο ακούραστο λευκό και σε ένα γαλάζιο που σε μεθά 
με αρώματα από εκείνα που βύθισες, που έκρυψες καλά σε ένα μονάχα 
σώμα, σε ένα μονάχα αποτύπωμα.
Φωτοδότης σε σκιάχτρο μυαλό και το κάρμα της πείνας για το ανέφικτο, 
για όσα μπορούμε να νιώσουμε σε όσα φοβόμαστε να αφεθούμε.
Σε εκείνα τα κλειστά βλέφαρα της αγάπης να αποθεώνονται οι σιωπές. 
Θυμήσου, φάρος το άγγιγμα, το χάδι,  η ανάγκη της αφής να τρομάξει 
 κύτταρα συναισθήματος  τυρβωδης ροή  
Να απαλύνω τον τρόμο της στιγμής 
που χάνεται με μόχθο από το τώρα στην αδράνεια του πριν 
μοσχοβολωντας λήθη
Απαξίωση του χρόνου, ευνουχισμένος μεταβολεας  
αποσαφινηση μηδενικου ενεστωτα 
 Ξεθωριασμένη ζωγραφιά το βλέμμα 
που δεν αντέχει το χαος μεσα μας  
 πολέμιοι ορίζοντες αγγίζουμε 
το απειρο

Επισκέψεις

Αναγνώστες