είναι μέρες...

Γράφω λέξεις και νιώθω την ανάσα σου στον αυχένα μου, με ξεγελάει πάλι η απουσία σου, έχει βαλθεί να με ξεκάνει στην παρόρμηση της προσμονής, μιας προσμονής σε μέρες, ώρες, στιγμές, χθες, προχθές, αύριο, μετά, σε λίγο, ίσως, μπορεί, τώρα. Άσε σου λέω, με κοιτάζω στο κλειστό παντζούρι κάνω πως δεν με βλέπω, παραδίπλα ένας σωρός χαρτιά και παρακεί βιβλία, πιο εκεί εσύ ή εγώ δεν ξέρω πια. Δυο μάτια βλέπω με το ίδιο βλέμμα μα με διαφορετική ματιά εμένα κοιτάζω ή εσένα, σωπάσαν τα μάτια, δεν ακούν, δεν βλέπουν, δεν αισθάνονται, σε ένα πράσινο κελί όλα κλεισμένα, αυτά που βλέπω, που κοιτάζω, όσα θα΄ θελα να δω και όσα να κοιτάζω. 
Είναι μέρες που με πλακώνει ο χρόνος σαν μια σκιά, μέρες που ξεχνάω το όνομά τους ηθελημένα, μέρες με αδιάφορο συναίσθημα και περιτύλιγμα κενού, απρόσιτες  με νωπά μουτζουρωμένα χρώματα. Μέρες που θα' θελα να ξεκάνω δίχως διαπραγμάτευση την πραγματικότητα, να ζωγραφίσω στα πλακάκια ράγες τρένων, λιμάνια, στα ταβάνια αεροδρόμια και στους τοίχους δρόμους, τα χνάρια από βήματα που άφησες να γίνουν ταξίδια δίχως προορισμό, αφετηρία και τέρμα μονάχα εσύ.
 Μπορεί ολόκληρος κόσμος να υπάρξει σε μια παλάμη, σε ένα λαιμό, σε μια λέξη, σ' ένα νεύμα ή
 σ' ένα χαμόγελο;  Είπα χαμόγελο... Με ρωτάνε γιατί δεν χαμογελάω πια συχνά, έχει απάντηση το χαμόγελο; Έχει στιγμές θαρρώ και είναι αυτές οι μέρες που δεν αντέχω, το χαμόγελο μου το άφησα  σε ένα ποίημα που διάβαζα πριν λίγο, στην ξεχασμένη εικόνα σου χθες και στην ξεθωριασμένη τελευταία σου λέξη. Μας κυνηγάω τα βράδια σε διαδρομές που βρεθήκαμε, σε άλλες που χαθήκαμε, στα φώτα της πόλης και στα σκοτάδια της, στα ξεχασμένα μηνύματα, στις νυχτερινές προβολές σινεμά, σε ένα ποτήρι κρασί, στις κουρασμένες βάρδιες του νοσοκομείου, στο κλείσιμο της πόρτας δυνατά πίσω μου. Ακόμα ξεχνάω τα κλειδιά μου, παρκάρω άτσαλα, ακόμα τρέμει η φλέβα στο λαιμό και με προδίδει, ακόμα κρατάω ασυναίσθητα την ανάσα μου σε ό,τι μου τσιγκλάει την αισθαντικότητα. Αφή, μη με ρώτας, δεν έχω πια, μηχανικές κινήσεις λεπτομερώς μελετημένες από την δύναμη του εγκεφάλου μου. Ο δικός μου εγκέφαλος είναι άνδρας και η καρδιά μου γυναίκα, κατάλαβες; Πόλεμος ακατάπαυστος. Άλλαξε η εποχή νομίζω και ο μήνας. Έχω γράψει την λέξη βροχή κάτω από τα μάτια να στέκομαι αγκαλιά με τον Σεπτέμβρη, λαβωμένος είναι από έναν Αύγουστο και από έναν Ιούλη, φευγαλέα ΜΕ κοίταξα ή ΣΕ κοίταξα, κάνω πως δεν μας θυμάμαι, μην ξεχνάς όσα δεν θυμάσαι είπες... Ένας καθρέφτης τόση ώρα μου ξεγελά τις απουσίες...

Επισκέψεις

Αναγνώστες